Ιωάννης-Γαβριήλ Εϋνάρδος ( 1775-1863 )
Ο Jean Gabriel Eynard (εξελ.: Ιωάννης-Γαβριήλ Εϋνάρδος) ήταν Ελβετός τραπεζίτης.
Γεννήθηκε στη Λυών της Γαλλίας στις 28 Δεκεμβρίου 1775. Πατέρας του ήταν ο Gabriel-Antoine Eynard, τραπεζίτης και έμπορος, παλιάς ευγενικής οικογένειας από παλαιά οικογένεια ευγενών. Το 1793, σε μία συγκυρία ριζοσπαστικοποίησης της Γαλλικής Επανάστασης, η οικογένεια του Eynard εγκατέλειψε τη Γαλλία με προορισμό την πόλη Ρολ της Ελβετίας. Το 1795, ο Jean Gabriel και ο αδελφός του, Jaques Eynard, εγκαταστάθηκαν στη Γένοβα και ανέπτυξαν πλούσια οικονομική δραστηριότητα, ιδρύοντας τον δικό τους εμπορικό οίκο. Το 1801 ο Eynard αποκόμισε σημαντικά οικονομικά κέρδη στο Λιβόρνο, αναλαμβάνοντας την έκδοση δανείου για λογαριασμό του τότε βασιλιά της Ετρουρίας. Το 1803 αποσύρθηκε από τον τραπεζικό τομέα και μετέβη στη Φλωρεντία, όπου παράλληλα με τις οικονομικές του δραστηριότητες, κατέλαβε υψηλά δημόσια αξιώματα. Το 1808 έγινε δημότης της Ρολ και Ελβετός πολίτης.
Το 1814-1815 ο Eynard συμμετείχε στο συνέδριο Ειρήνης της Βιέννης ως μέλος του Ανώτατου Συμβουλίου της Γενεύης και γραμματέας της ελβετικής αντιπροσωπείας. Εκεί ανέπτυξε φιλικούς δεσμούς με τον αντιπρόσωπο του τσάρου Αλέξανδρου Α΄ και μετέπειτα υπουργό Εξωτερικών της Ρωσίας, Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος υποστήριξε τα αιτήματα των Ελβετών. Το 1816 ο Eynard εκλήθη να ανοικοδομήσει τα δημόσια οικονομικά της Τοσκάνης, αναλαμβάνοντας παράλληλα χρέη συμβούλου του μεγάλου δούκα Φερδινάνδου.
Η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης βρήκε τον Eynard στη Γενεύη, όπου είχε ήδη ξεκινήσει την ανέγερση μεγαλοπρεπούς οικογενειακού μεγάρου σε σχέδια του Φλωρεντιανού αρχιτέκτονα Giovanni Salucci. Από την πρώτη στιγμή, ο Eynard υποστήριξε με θέρμη την ελληνική υπόθεση, πρωτοστατώντας, από το καλοκαίρι ήδη του 1821, στην ίδρυση της πρώτης φιλελληνικής επιτροπής της Γενεύης. Μετά την εγκατάσταση του Καποδίστρια στη Γενεύη, το 1822, ο Eynard συνεργάστηκε στενά με τον Έλληνα διπλωμάτη για την προώθηση των ελληνικών δικαίων. Προβεβλημένη μορφή του ευρωπαϊκού φιλελληνικού κινήματος, ο Eynard ανέπτυξε τα επόμενα χρόνια έντονη δραστηριότητα προς την κατεύθυνση της έμπρακτης ενίσχυσης των επαναστατημένων Ελλήνων: χρηματοδότηση του ελληνικού αγώνα, αποστολή τροφίμων και πολεμοφοδίων, διαφώτιση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και της διεθνούς κοινής γνώμης.
Μετά την απόβαση των αιγυπτιακών δυνάμεων του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο το 1825, ο Eynard δραστηριοποιήθηκε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για τη συγκέντρωση χρημάτων, ενώ ιδιαίτερη μέριμνα επέδειξε για την ενίσχυση των πολιορκημένων Ελλήνων στην πόλη του Μεσολογγίου. Τον Μάιο του 1827, αναγνωρίζοντας τη μεγάλη προσφορά του στον αγώνα των Ελλήνων, η Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας του απένειμε τιμητικά την ελληνική ιθαγένεια.
Σημαντική υπήρξε η αρωγή του Eynard στην προσπάθεια του Ιωάννη Καποδίστρια να αντιμετωπίσει, μετά την ανάδειξή του σε κυβερνήτη της Ελλάδας το 1827, τα μείζονα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που είχαν κληροδοτήσει συναπτά έτη επαναστατικής δράσης και εμφύλιων συγκρούσεων. Και πράγματι, στο πρόσωπο του Ελβετού Φιλέλληνα ο Καποδίστριας αναζήτησε τα αναγκαία κεφάλαια και δάνεια τόσο για την αντιμετώπιση των άμεσων αναγκών όσο και για τη συγκρότηση των πρώτων θεσμών του υπό σύσταση ελληνικού κράτους.
Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια το 1831, ο Eynard έδειξε ουσιαστικό ενδιαφέρον για την οικονομική συγκρότηση του ελληνικού βασιλείου. Στο πλαίσιο αυτό, συνέβαλε καίρια στην ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος το 1841, ενώ τα επόμενα χρόνια κινήθηκε δυναμικά για την προώθηση των ελληνικών ζητημάτων στα μεγάλα ευρωπαϊκά ανακτοβούλια. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1840, ο Eynard άρχισε να αποφεύγει την ενασχόλησή του με τα κοινά, λόγω της επιβαρυμένης υγείας του. Παρ’ όλα αυτά, έως τον θάνατό του στη Γενεύη, στις 5 Φεβρουαρίου 1863, ουδέποτε έπαψε να ενδιαφέρεται για τις ελληνικές υποθέσεις. Σε αναγνώριση της πολυετούς προσφοράς του στους Έλληνες και στην Ελλάδα, το 1837 του απονεμήθηκε ο Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Σωτήρος.